Η λέξη φθαρμένος (bad) αναφέρεται σε υλισμικό που δεν προσφέρεται για λειτουργία ή λειτουργεί ελαττωματικά. Το πιο κλασικό παράδειγμα είναι αυτό του φθαρμένου τομέα ή ολόκληρου δίσκου. Για διάφορους λόγους είτε λόγω πολλής χρήσης ή μετακίνησης ορισμένοι τομείς του δίσκου φθείρονται και δεν χρησιμοποιούνται από το ΛΣ. Όλος ο δίσκος, αν βασικά του στοιχεία χαθούν ή φθαρούν μπορεί να κηρυχτεί μη λειτουργήσιμος από το σύστημα.
Ουσιαστικά τι γίνεται είναι να καταγραφεί από το ΛΣ ένας ή περισσότεροι τομείς ενός δίσκου ως φθαρμένοι και έτσι δεν διαβάζονται. Αυτό γίνεται είτε λόγω φυσικής φθοράς ή φθοράς των δδμνων του τομέα. Στη δεύτερη περίπτωση ο τομέας μπορεί να ανακτηθεί για χρήση. βλ. ΠΚΦ
|