Είτε κάτω από υπερυψωμένα πατώματα, ή μεταξύ οροφής και ψευδοροφής, μέσα σε αεραγωγούς ή και σε κουφώματα ειδικά διαρρυθμισμένα, χώνονται τα καλώδια. Για να μην σκουντουφλούμε πάνω τους και να μην τα δαγκώνει ο σκύλος.
Έχουν οι λέξεις γυρίσματα!
Το αρχαίο ελληνικό πλέως (ιον. πλέος, -α, -ον) σημαίνει, πλήρης, γεμάτος. Από το πλέως, πλέον, προέρχεται το plenus, -um (λατ.) το pieno (ιταλ.) plein (γαλλ.). Για να είναι γεμάτο σημαίνει ότι μπορεί να είναι άδειο ή ότι ήταν άδειο και γέμισε, ή μπορεί να είναι άδειο για να γεμίσει. Η λέξη χρησιμοποιείται για την «ολομέλεια» εξού και το «plenary».
Λοιπόν: Το «plenum» και «plenum cable» ως δομικοί, αρχιτεκτονικοί όροι μπορούν ν΄ αποδοθούν με τον όρο «χωστό» χωστό καλώδιο, χωστός αεραγωγός, έστω αυτά μέσα στο διάκενο της ψευδοροφής ή του πατώματος. Θα μπορούσαμε να το πούμε καλώδιο, -α διάκενου. Χμμμ, το σκεφτόμαστε...Χμ. Όχι. μένουμε στο χωστό καλώδιο.
Ως αρχιτεκτωνικός όρος ας είναι διάκενο.
|