Οριοκριτήριο, το ελάχιστο ή ελάχιστα που τίθενται σε κάποιονή κάποια κατάσταση για να επιτευχθεί, ή να γίνει αποδεκτός. Το ελάχιστο επίπεδο αποδεκτής επιτυχίας σε οποιονδήποτε τομέα. Μπορεί να ζητηθεί και μέγιστο οριοκριτήριο.
Η λέξη «benchmark» έρχεται από την τοπογραφία. Για εύκολη επανατοποθέτηση του θεοδόλιχου και συνέχιση τοπογραφικής εργασίας κατακρατούνται ορισμένα σταθερά οροθέσια. Με τριγωνομέτρηση καθορίζονταν όρια, αποστάσεις κλπ. Μεταφορικά ή έννοια του «benchmark» είναι η μέτρηση επίτευξης ή επιτυχίας σε οποιοδήποτε τομέα. Το ελληνικό οροθέσιο μετατρέπεται, πολύ περιεκτικά, σε οριοκριτήριο.
Η οριογραμμή καθορίζει το ανώτατο ή κατώτατο του οριοκριτηρίου. ΠΑΡΑΚΑΤΩ.
|