Σφυριχτής, στα αγγλικά, εκτός απ’ αυτόν που σφυρίζει είναι και αυτός που βγάζει τα άπλυτα των άλλων στην φόρα. Ταυτόχρονα ο σφυριχτής εγείρει λίγους ή πολλούς σχετικά με κάποιο έγκλημα ή για κάτι που γίνεται πίσω από την πλάτη τους.
Αυτή η δεύτερη έννοια στα αγγλικά (whistleblower) προέρχεται από τον παλιό θεσμό της βρετανικής αστυνομίας ο κάθε αστυνομικός να φέρει σφυρίχτρα και να σφυρίζει στην περίπτωση αντίληψης διάπραξης εγκλήματος για να ειδοποιήσει τους περαστικούς ή και για να ζητήσει βοήθεια.
Στα ελληνικά; Αποκαλυπτής είναι εντάξει αλλά καλύτερα καταγγέλτης ή εγέρτης ή σφυριχτής ακόμα και κωδωνοκρούστης. Όλες οι λέξεις λειτουργούν. Τι λέτε;
Όχι πληροφοριοδότης ούτε καρφί, που έχουν αρνητικό περιεχόμενο ιδίως το δεύτερο.
|