Μεταφραστής Ακριβείας

Βασικών όρων πληροφορικής, υπολογιστών και διαδικτύου ... και όχι μόνο

Ετυμολόγιο

40 Λέξεις της Ημέρας

Αλφαβητική Αναζήτηση

Βοηθήματα

Οι τελευταίες 40 καταχωρήσεις!

Εγγραφείτε στο

Νεοδότη μας

Εγγραφή

Λέξη




fossil, fossil fuel
αποολύθωμα, ορυκτό καύσιμο
 
 

Εδώ επικρατεί μια σύγχυση στην αγγλική που προσπαθούν μερικοί να την φέρουν και στην ελληνική. Η λέξη fossil, από το λατινικό fodere που σημαίνει σκάβω, ανασκαμμένο αντικείμενο) καταληκτικά  απολίθωμα που συνήθως βρίσκεται ύστερα από σκάψιμο. Τα απολιθώματα είναι παμπάλαια οργανικά κατάλοιπα που μας δίνουν πληροφορίες για την εξελικτική πορεία της ζωής στη γή και που συνήθως τα βρίσκουμε με σκάψιμο.
 

Όταν ανακαλύφθηκαν το πετρέλαιο και το αέριο στα αγγλικά ονομάστηκαν fossil fuels, επειδή ανευρίσκονται με σκάψιμο. Δλδ. χρησιμοποίησαν την αρχική έννοια της λέξης αλλά και την μεταγενέστερη καθότι αυτά τα καύσιμα προέρχονται από παμπάλαια οργανικά αποθέματα. (Όχι απολιθώματα).

 

Στην ελληνική ας κρατήσουμε τα πράματα πιο απλά. Απολιθώματα είναι απολιθωμένα οργανικά αποθέματα που λιθοποιήθηκαν και ορυκτά καύσιμα αυτά που ορύσσονται μέσα από τη γη. (Ξεχάστε το καυσημα από απολυθώματα). 

Καταχώρηση: 23/04/2019 07:01
Αποστολή Εκτύπωση Ανάδραση / Επικοινωνία